Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα φιλοσοφία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα φιλοσοφία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 7 Ιουλίου 2008

Πού πάμε, που λέγανε οι παλαιοί, πού βαδίζουμε;

Όλα τα πράγματα έχουν δύο όψεις, μου έλεγε πάντα ο πατέρας μου, οπότε πριν αποφασίσεις για κάτι να έχεις δει και τις δυο πλευρές, αλλιώς δε μπορείς να ξέρεις. Εγώ πάλι νέος και ενθουσιώδης βιαζόμουνα να δω μια πρόοδο μια αλλαγή και στην νεανική μου ορμητικότητα επάνω, έκρινα κάποια πράγματα μονόπλευρα.

Αυτός ο πρόλογος έχει σχέση με τον προβληματισμό μου για την λήψη αποφάσεων και με την δημιουργία απόψεων. Πίστευε γενικά (το ευρύ κοινό) πως η παγκοσμιοποίηση είναι καλό πράγμα, για παράδειγμα. Θα φέρει σε επαφή τις κουλτούρες, θα μειώσει τα συμπτώματα του ρατσισμού, θα ενώσει όλους τους ανθρώπους κάτω από μια παγκόσμια ειρήνη. Σα παιδική ζωγραφιά από αθώο χεράκι που μόνο την αγάπη ξέρει. Κάποιοι κακόπιστοι όμως, έλεγαν πως η παγκοσμιοποίηση θα αλλοιώσει τα χαρακτηριστικά των κοινωνιών και θα οδηγήσει σε εξάντληση των φυσικών πόρων της γης. Πώς όμως;

Η παγκοσμιοποίηση δεν ήταν η «διαφήμιση» που βλέπαμε με τα παιδάκια της Αφρικής να τρέχουν και να παίζουν γεμάτα ευτυχία. Η παγκοσμιοποίηση είχε ως στόχο τον έλεγχο της παγκόσμιας παραγωγής. Ότι παράχθηκε, καταχωρήθηκε ως προς την ποιότητα, τη χώρα παραγωγής και φυσικά την τιμή του. Σταδιακά οι οικονομίες των μικρών χωρών, όπως και οι μικρές παραγωγικές μονάδες εξαλείφθηκαν και ενσωματώθηκαν είτε σε πολυεθνικές, είτε σε διακρατικές οικονομικές ενώσεις. Αυτό διευκόλυνε ακόμα πιο πολύ την παγκόσμια τράπεζα και τα τραστ που τη χρηματοδοτούν, να ελέγξουν πλήρως όχι μόνο την παραγωγή αλλά την οικονομία διεθνώς. Έτσι γίνεται, κάποιες παραγωγικές δυνάμεις να παράγουν πολύ και να κερδίζουν πολύ λίγα σε αντίθεση με άλλες που παράγουν λίγο ή τίποτα και κερδίζουν πάρα πολλά.

Η ιδέα της παγκοσμιοποίησης έδειξε και την άλλη της όψη. Μια όψη που συγκεντρώνει την οικονομική ισχύ σε λίγες μικρές κοινωνικές ομάδες, αφήνοντας οικονομικά εξαρτώμενες και με πτωτική εισοδηματική τάση τις μεγάλες και πολυπληθείς. Η τιμή του ανανά για παράδειγμα δεν εξαρτάτε από την «καλή χρονιά» της παραγωγής αλλά από την τιμή του στο χρηματιστήριο. Συνεπώς το «νέο μοντέλο» της οικονομίας μπορεί να πετάει στα σκουπίδια τη μισή παραγωγή ανανά, για να μην πέσει η τιμή του (!!!) άσχετα εάν μπορεί να συμβάλει η ποσότητα αυτή ενάντια στην πείνα.

Αυτό το ιδεολόγημα, με χαρακτήρα «αποικιακού επεκτατισμού», δεν έχει νόημα εάν τα προϊόντα δεν καταλήγουν στην διεθνή αγορά. Έτσι, για παράδειγμα, ένα ακτινίδιο πάει στην Αγγλία με το αεροπλάνο. Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι η παγκοσμιοποίηση βασίζεται στα μέσα μεταφοράς. Έτσι λοιπόν αφού όλα τα προϊόντα, στο δόγμα του καταναλωτισμού, πρέπει να μεταφερθούν όπου «χρειαστεί», καταλαβαίνει κανείς ότι δαπανώνται μεγάλα ποσά ενέργειας.

Η ειρωνεία σε αυτό το σύστημα είναι ότι επειδή η τιμή ενός προϊόντος είναι μεγαλύτερη οπουδήποτε εκτός από τον τόπο που παράγεται, παρατηρούμε σε περιοχές να έχουν έλλειψη στο προϊόν που παράγουν (!) αφού η εξαγωγή του συμφέρει πιο πολύ. Η κατάσταση ξεφεύγει από κάθε λογική. Αυξάνουμε την παραγωγή, με όποιο κόστος, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες της αγοράς. Εδώ δημιουργείτε ένα τεράστιο πρόβλημα, η εξάντληση των φυσικών πόρων της γης. Ξοδεύουμε πολύ νερό, πολλά καύσιμα και τελικά το μοντέλο της αφθονίας και του εξωτισμού προς πάσα κατεύθυνση (παγκοσμιοποίηση), αποδεικνύεται όχι μόνο ελλειμματικό αλλά επιζήμιο.

Το θέμα είναι όμως έχοντας δει και τις δύο όψεις κανείς, τι στάση κρατάει;

Τι άποψη διαμορφώνει και ποια γνώμη σχηματίζει; Οι διαφημιστές από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, οι ιδιοκτήτες από τα τραστ, τα στελέχη των τραπεζών και φυσικά οι σύγχρονοι διαφωτιστές, θα βγουν και θα ζητήσουν συγγνώμη; Όχι. Θα μας χώσουν όλους στον τάφο, ελπίζοντας ως το τέλος ότι έκαναν το σωστό. Αξίζει να ακολουθούμε μια χούφτα αρχηγούς που ξέρουμε ότι κάνουν λάθος;

Νομίζω πως στην ιστορία με την Εύα το μήλο και το φίδι, έγινε σκόπιμα μια αλλαγή. Η κανονική ιστορία έχει ως εξής: Ο διάβολος (τεμπέλης και ατάλαντος) μεταμορφώθηκε σε φίδι ξεγέλασε την Εύα τις έφαγε το μήλο και ο Θεός τα πήρε και της είπε: καλά ρε σας έδωσα όλα τα καλά και εσείς ταΐζετε τα φίδια;

Πέμπτη 8 Μαΐου 2008

η απορία του εργαζόμενου ανθρώπου

Εάν οι ώρες της ημέρας, τις κάθε ημέρας, μοιράζονται δυσανάλογα στη ζωή σας, έχετε ένα λόγο να συνεχίσετε την ανάγνωση.
Πόσες φορές έχετε νοιώσει ότι το ημερήσιο πρόγραμμά σας είναι φορτωμένο, ότι η προσωπική σας ζωή συρρικνώνεται και πως ο ελεύθερος χρόνος σας μοιάζει όνειρο, αφού τότε είναι η ώρα του ύπνου. Πόσες φορές αναρωτηθήκατε για την ορθότητα του μοντέλου ζωής, όπου οι πέντε ημέρες σας επιβάλλουν σαράντα πέντε ώρες εργασίας και απομένουν σαράντα οκτώ ώρες ελεύθερης δραστηριότητας το Σαββατοκύριακο.
Γνωρίζοντας ότι «αγγίζω» ένα θέμα που «πονάει» αρκετό κόσμο, συνεχίζω τον προβληματισμό μου, θέτοντας μια πιο ξεκάθαρη βάση.
ΑΞΙΩΜΑ: οι εργαζόμενοι εργάζονται οκτώ ώρες την ημέρα και αμείβονται έτσι ώστε να ζουν αξιοπρεπώς. (τα σχόλια σε αυτό το αξίωμα θα τα κάνω άλλη στιγμή, γνωρίζοντας ότι πολλοί συνάνθρωποι εργάζονται επτά ημέρες την εβδομάδα για πεντακόσια ευρώ το μήνα.)
Βάση αυτού του (ιδανικού) αξιώματος, ερχόμαστε μπροστά σε ένα άνθρωπο- ρομπότ. Μια παραγωγική μηχανή, αφού ο χρόνος του διατίθεται μονόπλευρα σε βάρος της ανάπαυσης, της ψυχαγωγίας και της πνευματικής του καλλιέργειας. Η εμπειρία των δύο εβδομάδων χωρίς εργασία είναι η αναγνώριση του κόπου του εργαζομένου, που έχει συμπληρώσει ένα ολόκληρο χρόνο στη δουλειά. Προσθέτει ημέρες στην άδειά του αργότερα ανάλογα με τα χρόνια που δουλεύει και σιγά σιγά η λέξη εργασία γίνεται δουλειά. Είναι και δουλεία βέβαια γιατί με αυτοματοποιημένες, υπεραπλουστευμένες και νομότυπες διατυπώσεις, έφτασε ο εργαζόμενος να ζει σαν δούλος. Δεν είναι σχήμα λόγου ή υπερβολική η φράση, αφού ένας ενήλικας που καταφέρνει ίσα-ίσα να λύσει τις βασικές του ανάγκες δε μπορεί να ξοδέψει χρήματα για την ψυχαγωγία του, δεν έχει τίποτα να κληροδοτήσει στους απογόνους του, πληρώνει για τα κρατικά έξοδα και σε χρήμα και σε χρόνο και η εξασφάλιση της νόμιμης ύπαρξής του μέσα στο κοινωνικό σύνολο βαρύνει (σε χρήμα, χρόνο, κόπο) μόνο αυτόν.
Η ισονομία, οι ίσες ευκαιρίες, η ιατρική περίθαλψη, η εκπαίδευση, ο επαγγελματικός προσανατολισμός, είναι λέξεις απογυμνωμένες από την ουσία τους. Κανένας δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας δεν θέτει στόχους που να δίνουν ουσία στις λέξεις αυτές. Αντίθετα έχουμε συναντήσει πολλές φορές το φαινόμενο της στήριξης μιας «ολιγαρχικής» ισχυρής οικονομικά τάξης, ενώ το μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας, συνεχίζει τακτικά και ανελλιπώς να πληρώνει τους λογαριασμούς του, που «φουσκώνουν» καθημερινά. Η λέξη «εξασφάλιση» είναι πλέον το καρότο που κυνηγά να φτάσει ο εργαζόμενος σα το γάιδαρο, δίχως να ξέρει ότι θα το κυνηγάει όσο οι αναβάτες του θέλουν να κινηθούν.
Τα ερωτήματα λοιπόν είναι: έχει κίνητρο ένας νέος άνθρωπος για να ενταχθεί στο πολιτικοοικονομικό μας σύστημα; Έχει προοπτική, έτσι ώστε ακόμα κι αν καταφέρει να το πετύχει, να δικαιωθεί για την επιλογή του; Μήπως θα ήταν πιο τίμιο να ξεκαθαρίσουμε τις αμφιβολίες της επίτευξης των στόχων, λέγοντας του να τρέξει να σωθεί από αυτό το απολυταρχικό, ανελεύθερο σύστημα που καραδοκεί να τον ρουφήξει λαίμαργα ως το μεδούλι; Μήπως μάταια προσδοκούμε μια τυχαία λύση στα προβλήματα που θα έπρεπε να λύνει το σύστημα που συντηρούμε; Μήπως η απελπισία έχει πάρει δεσπόζουσα θέση στις ψυχές των ανθρώπων και τους αποτρέπει από το να έχουν όραμα για άλλη κοινωνική πραγματικότητά;
Αυτό που μένει στον εργαζόμενο να κληροδοτήσει, στην επόμενη γενιά, είναι το ιδιωτικό και δημόσιο χρέος. Όχι το ηρωικό χρέος απέναντι στην κοινωνία, αλλά το οικονομικό χρέος που μεγαλώνει. Οπότε διαμορφώνετε μια παράδοση. Πως θα τα καταφέρνει κανείς στο βάρος των άλλων. Των οποιοδήποτε άλλων. Είτε ομοεθνείς, είτε ομόθρησκοι, είτε ομοϊδεάτες. Από την αποτίναξη όλων των παραγόντων της κοινωνικής συνοχής δε ξέρω τι θα προκύψει και εύχομαι να μη το μάθω. Αυτή είναι όμως η κοινωνική, πολιτική και πολιτιστική κληρονομιά. Αυτό είναι το τέλος.