Παρασκευή 29 Φεβρουαρίου 2008

Τhe smoke remains the same

Το πρώτο πράγμα που παρουσιάζει το blog αυτό, στιγματίζει και την ύπαρξή του.
Είναι μια θλιβερή ιστορία που μαστίζει την ευρύτερη περιοχή της Πτολεμαΐδας. Ένα πρόβλημα που δεν λύνεται εδώ και πολλά χρόνια, με αποτελέσματα τραγικά για τους ανθρώπους και το φυσικό περιβάλλον της περιοχής.

Πριν την παράθεση των στοιχεί
ων που βρήκα, βασισμένος σε δημοσιογραφικές έρευνες γνωστών εφημερίδων , θέλω να εξηγήσω και το λόγω που ασχολήθηκα με το θέμα αυτό.
Στην περ
ιοχή της Εορδαίας, υπάρχει ένα μικρό χωριό το Καρυοχώρι. Στο χωριό αυτό έδωσε κλήρο η ελληνική κυβέρνηση στους πρόσφυγες προπάππους μου από τη μικρασιατική καταστροφή. Εκεί γεννήθηκε η μητέρα μου. Η μοίρα όμως χτύπησε το χωριό αυτό πολλές φορές. Στόχος στον πόλεμο με τους Γερμανούς, διπλός στόχος στο αντάρτικο όμως παρά τις δυσκολίες τα εύφορα εδάφη έθρεψαν γενιές και γλίτωσαν από την ασιτία τους κατοίκους της περιοχής και όχι μόνο. Θυμάμαι τις αφηγήσεις της γιαγιάς μου τις Ευγενίας για τη ζωή στα χωράφια, όπως και τα καταπληκτικά καλοκαίρια που πρόλαβα εκεί στο σπίτι δίπλα στο ποτάμι. Αφθονία. Φρούτα, λαχανικά, μέλι, καθαρό νερό και αέρα, ένας παράδεισος πραγματικά που μου έμαθε ότι ξέρω από την αληθινή ζωή κοντά στη φύση. Το όνειρο όμως αυτό έγινε εφιάλτης όταν έβλεπα σιγά-σιγά τους συγγενείς να αρρωσταίνουν και να πεθαίνουν, το τεράστιο σκαπτικό μηχάνημα να αλλάζει το τοπίο για πάντα και τον αέρα να γίνεται αποπνικτικός. Τίποτε δεν εμπόδισε την εταιρία να καταστρέψει ολοκληρωτικά και ανεπανόρθωτα το φυσικό περιβάλλον της περιοχής και να μετατρέψει τα πάντα σε τέφρα. Για να σώσουμε τουλάχιστο τους εαυτούς και την υγεία μας εγκαταλείψαμε όλη αυτή την οικογενειακή περιουσία, στο έλεος της εταιρίας που δεν ασχολήθηκε ποτέ με τις συνέπειες της δραστηριότητας της στους κατοίκους.




Η ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΗΣ ΡΥΠΑΝΣΗΣ

Ταξίδι στη χώρα του λιγνίτη

Την ώρα που ακούμε διάφορα μεγάλα λόγια για τις εναλλακτικές ή ανανεώσιμες μορφές ενέργειας η Βόρεια Ελλάδα μεταβάλλεται σιγά σιγά σε ένα απέραντο λιγνιτωρυχείο.

Σε λίγο αναμένεται το αποτέλεσμα του διαγωνισμού για την εκμετάλλευση του λιγνιτωρυχείου της Βεύης, στον νομό Φλώρινας.

Ο οικονομικός τύπος προεξοφλεί ότι θα πρόκειται για το πρώτο λιγνιτωρυχείο που θα περάσει σε χέρια ιδιωτών. Είναι γεγονός ότι σ' αυτό τον διαγωνισμό έχουν καταθέσει προτάσεις, εκτός από τη ΔΕΗ, οι μεγαλύτερες ιδιωτικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στον χώρο της ενέργειας: Μυτιληναίος, Ελληνική Τεχνοδομική, ΤΕΡΝΑ, Damco (Κοπελούζος) κ.λπ. Από κοντά και τα άλλα μεγαθήρια, Ακτωρ-ΜΕΤΚΑ, αλλά και τα ΕΛΛ.ΠΕ., που ενδιαφέρονται και για το κοντινό ορυχείο της Αχλάδας. Ήδη διαμορφώνονται νέες συμμαχίες με διασυνδέσεις εκτός συνόρων.

*Το λιγνιτωρυχείο της Βεύης είναι εδώ και χρόνια σε αδράνεια, μετά την πτώχευση της εταιρείας Βιολιγνίτ που το εκμεταλλευόταν. Το τοπίο είναι σήμερα σεληνιακό, με τις εγκαταστάσεις έρημες και τα μηχανήματα να σκουριάζουν δίπλα στον λιγνίτη που σιγοκαίει στην επιφάνεια, εξακολουθώντας να μολύνει την ατμόσφαιρα, χωρίς να ενοχλείται κανείς.

*Λίγες εκατοντάδες μέτρα πιο πέρα, ένα άλλο λιγνιτωρυχείο βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη. Είναι το νέο ορυχείο που δημιούργησε η ΔΕΗ δίπλα στ
ο χωριό Κλειδί. Το τεράστιο έργο αναμένεται σε λίγον καιρό να καταπιεί το χωριό. Οι κάτοικοι έχουν ήδη αποδεχθεί (τι άλλο να έκαναν;) την απαλλοτρίωση των σπιτιών τους και ετοιμάζονται να μετεγκατασταθούν στο Αμύνταιο ή όπου αλλού. Σε λίγους μήνες όλη η περιοχή θα έχει μεταβληθεί σε ένα τεράστιο σκάμμα.

*Λίγο βορειότερα ετοιμάζεται επέκταση του ορυχείου της Αχλάδας. 700-800 στρέμματα έχουν αγοραστεί με απευθείας συναλλαγές.

*Στη γειτονική Μελίτη απαλλοτριώθηκαν 1.400 στρ., ενώ άλλα 1.500 αγοράστηκαν από τη ΔΕΗ με απευθείας αγοραπωλησίες.

*Νοτιότερα απαλλοτριώθηκαν 2.300 στρ. στο τρίγωνο που σχηματίζουν τα χωριά Πεδινό, Ανάργυροι και Σωτήρας, ενώ άλλα 4.500 στρ. βρίσκονται υπό απαλλοτρίωση στη Λακκιά.

Η απαλλαγή του λιγνίτη


Ενας πραγματικός πυρετός εξόρυξης λιγνίτη σημειώνεται στη δυτική Μακεδονία. Υπ
ολογίζεται ότι το 1/8 του εδάφους της καλύπτεται από λιγνιτωρυχεία, συγκεντρωμένα μάλιστα στους δύο νομούς (Φλώρινας και Κοζάνης)! Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΓΜΕ τα γεωλογικά αποθέματα λιγνίτη στην Ελλάδα ανέρχονται σε 6,7 δισ. τόνους, από τα οποία 3,3 δισ. εκτιμώνται ως εκμεταλλεύσιμα για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.

Η κατανομή των εκμεταλλεύσιμων λιγνιτικών κοιτασμάτων έχει ως εξής: Δυτική Μακεδονία 58,7%, Δράμα 28,2%, Ελασσόνα 5,3% και Μεγαλόπολη 7,8%. Ηδη μετά τον διαγωνισμό της Βεύης ετοιμάζεται αντίστοιχος για την Ελασσόνα και τη Δράμα.

Μια απ' τις τελευταίες «μεταρρυθμίσεις» που πραγματοποίησε τον χρόνο που πέρασε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ήταν η απαλλαγή του λιγνίτη από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης. Η ρύθμιση αυτή πέρασε στις 7 Δεκεμβρίου και ο εισηγητής του κυβερνώντος κόμματος Αλέξανδρος Δερμεντζόπουλος επικαλέστηκε την εμπειρία και τις επιταγές της Ε.Ε.

Η υπόθεση δεν θα μας παραξένευε, αν δεν είχε προηγηθεί μόλις πριν από λίγους μήνες μια άλλη «μεταρρύθμιση» της κυβέρνησης: η εντελώς αντίθετη. Ο εν λόγω ειδικός φόρος κατανάλωσης για τον λιγνίτη είχε αποφασιστεί μόλις τον περασμένο Ιούλιο με τον νόμο 3.483/2006. Στην εισηγητική έκθεση του νομοσχεδίου εκείνου, η κυβέρνηση έλεγε τα ακριβώς αντίθετα: «Η παρούσα ρύθμιση (δηλαδή η επιβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης - ΕΦΚ) επιβάλλεται στα πλαίσια της εναρμόνισης της ελληνικής νομοθεσίας προς την Οδηγία 2003/96 ΕΚ του Συμβουλίου, καθόσον αποτελεί μέρος των υποχρεωτικού χαρακτήρα ρυθμίσεων της κοινοτικής Οδηγίας».

Στην εισηγητική έκθεση του νέου νομοσχεδίου (αυτού που καταργεί τον ΕΦΚ) αναφέρεται ότι η εφαρμογή της κοινοτικής οδηγίας δεν είναι υποχρεωτική, αλλά «δυνητική». Υπάρχει, βέβαια, εξήγηση στη νομοθετική αυτή σχιζοφρένεια. Μέχρι σήμερα, η ΔΕΗ, ως δημόσια επιχείρηση, χρησιμοποιούσε τον λιγνίτη εντελώς δωρεάν. Πλήρωνε, δηλαδή, μόνο το κόστος εξόρυξης και επεξεργασίας. Βέβαια ο καταναλωτής χρεωνόταν και με το κόστος για την εξαγορά των δικαιωμάτων ρύπανσης (45 εκατ. ευρώ το 2005), τα οποία χρεώνονται στη ΔΕΗ, επειδή εξακολουθεί να καίει στα εργοστάσιά της αυτό το εξαιρετικά ρυπογόνο στερεό καύσιμο.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή με τις οδηγίες της απαίτησε να υπάρχει κάποιο επιπλέον κόστος πρόσβασης στον λιγνίτη. Ετσι προέκυψε ο ΕΦΚ που καθορίστηκε από τον νόμο 3.483/2006 στα 0,3 ευρώ ανά gigajoule, δηλαδή περίπου 1,5 ευρώ ανά τόνο, ποσό που μεταφράζεται σε επιβάρυνση 0,3 λεπτά ανά παραγόμενη κιλοβατώρα. Πρόκειται για πολύ μικρό ποσό, το οποίο όμως θα είχε -αν δεν το καταργούσαν- κάποια συμβολική σημασία.

Ακόμα και αυτό το ασήμαντο κόστος η ΔΕΗ αρνήθηκε να το δεχθεί. Οι εκπρόσωποί της μετά τη θέσπιση του ΕΦΚ μίλησαν για το ενδεχόμενο κατάρρευσης της μετοχής της, εφόσον το τελικό ποσό που έπρεπε να πληρώσει ήταν 105 εκατ. ευρώ τον χρόνο.

Σίγουρη για την ισχύ του επιχειρήματός της η ΔΕΗ με επίσημη ανακοίνωσή της έκανε ότι δεν κατάλαβε τη νομοθετική ρύθμιση του καλοκαιριού.

Αντιγράφουμε από το σχετικό δελτίο τύπου που εξέδωσε η ΔΕΗ στις 25 Σεπτεμβρίου: «Αναφορικά με δημοσίευμα σε μερίδα του Τύπου για επιβολή από το 2007 Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης (ΕΦΚ) στον λιγνίτη, που η ΔΕΗ Α.Ε. χρησιμοποιεί σαν καύσιμο για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, η Επιχείρηση θεωρεί ότι ισχύει η παράγρ. 5 του άρθρου 73 του Ν. 2960/2001. Σύμφωνα με την παραπάνω προβλέπεται η εξαίρεση του άνθρακα, του λιγνίτη, της τύρφης και άλλων στερεών υδρογονανθράκων από την επιβολή ΕΦΚ. Η Επιχείρηση αναμένει την έκδοση διευκρινιστικής εγκυκλίου από το αρμόδιο υπουργείο». Και το μεν αρμόδιο υπουργείο δεν εξέδωσε «διευκρινιστική εγκύκλιο», διότι δεν μπορεί μια διευκρινιστική εγκύκλιος να καταργήσει έναν νόμο. Αλλά φρόντισε, όπως είδαμε, δύο μήνες αργότερα να καταργήσει με νέα διάταξη τον ΕΦΚ για τον λιγνίτη. Και δεν ήταν, βέβαια, μόνο η ΔΕΗ. Προς την ίδια κατεύθυνση πίεσαν και οι ιδιώτες που έχουν στραφεί στην παραγωγή ενέργειας και δεν είναι διατεθειμένοι να αφήσουν την εκμετάλλευση λιγνίτη στην αποκλειστικότητα της ΔΕΗ.

Κακά τα ψέματα. Το μικρό αυτό κωμικοτραγικό επεισόδιο της σύγχρονης ελληνικής κοινοβουλευτικής ιστορίας είναι ενδεικτικό της πολιτικής βούλησης της κυβέρνησης να ενισχυθεί η επιστροφή στον λιγνίτη, ως μέσο για την εξασφάλιση της περιβόητης «απελευθέρωσης της αγοράς» στον τομέα της ενέργειας.

Στροφή στον λιγνίτη

Οπως επισημαίνει η μελέτη της Greenpeace, «η ελληνική κυβέρνηση, ανατρέποντας την πάγια πολιτική των τελευταίων χρόνων, αποφάσισε να ανοίξει τον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής με καύσιμο τον λιγνίτη και στους ιδιώτες, προκηρύσσοντας διαγωνισμό για την εκμετάλλευση των λιγνιτικών κοιτασμάτων της Βεύης στη Δυτική Μακεδονία. Για τη συνέχεια αναμένεται η προκήρυξη αντίστοιχων διαγωνισμών και για άλλα κοιτάσματα στην Ελασσόνα και τη Δράμα.

»Η εξέλιξη αυτή είναι σημαντική, διότι ανατρέπεται το μέχρι προ τινος ενεργειακό "δόγμα" που ήθελε οι νέοι θερμοηλεκτρικοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής να χρησιμοποιούν ως καύσιμο το φυσικό αέριο σε μια προσπάθεια μείωσης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της ηλεκτροπαραγωγής. Η, κατά τα άλλα ελλιπής και ανεπαρκής, ενεργειακή πολιτική των τελευταίων χρόνων προέβλεπε πως μόνο η ΔΕΗ θα συνέχιζε να χρησιμοποιεί τον λιγνίτη και μάλιστα προχωρώντας σε έργα εκσυγχρονισμού των μονάδων της για να αυξηθεί η ενεργειακή αποδοτικότητά τους, χωρίς να αυξάνεται όμως η συνολική συνεισφορά του λιγνίτη στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας».

Το σίγουρο είναι ότι η χώρα μας:

- Εχει αποτύχει παταγωδώς να συγκρατήσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στα επίπεδα που προβλέπονται από τις διεθνείς υποχρεώσεις της (Πρωτόκολλο του Κιότο και κοινοτικές συμφωνίες).

- Δεν αναμένεται να πετύχει τις υποχρεώσεις της για διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ) κατά 20,1% στο σύνολο της ηλεκτροπαραγωγής έως το 2010.

- Εχει επικίνδυνα υψηλά επίπεδα μικροσωματιδίων και άλλων ρύπων συνυφασμένων με την καύση λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή.

Το επιχείρημα που χρησιμοποιείται για να παρακαμφθούν αυτές οι διαπιστώσεις είναι ότι, αν υλοποιηθούν αυτές οι επενδύσεις, θα πέσει το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για τον καταναλωτή. Από πρώτη ματιά, αυτό είναι λογικό, εφόσον το κόστος παραγωγής μιας μεγαβατώρας από λιγνίτη φτάνει τα 50 ευρώ, σε αντίθεση με το κόστος μιας μεγαβατώρας από φυσικό αέριο, που αγγίζει τα 65 ευρώ.

Ομως, κανείς, δεν εγγυάται ότι το χαμηλό κόστος παραγωγής θα ευνοήσει τον καταναλωτή. Θυμίζουμε ότι παρόμοιες προσδοκίες είχαν καλλιεργηθεί πριν από δέκα χρόνια και με τη σχεδιαζόμενη εισαγωγή του φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή. Σήμερα γνωρίζουμε ότι δεν συνέβη τίποτα παρόμοιο: Η αύξηση των τιμών του πετρελαίου συμπαρέσυρε και αυτές του αερίου, με αποτέλεσμα το κόστος του ρεύματος να ανεβαίνει.

Οσο για το επιχείρημα του περίφημου ανταγωνισμού που θα συμπιέσει τάχα τις τιμές προς τα κάτω, ο πρώην πρόεδρος της ΔΕΗ Γιάννης Παλαιοκρασάς είχε κάνει σαφές ότι η απελευθέρωση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα μας συνδέεται με τη σύγκλιση του τιμολογίου του ρεύματος με το αντίστοιχο τιμολόγιο των χωρών της Ευρώπης, που εξακολουθεί να είναι πολύ ακριβότερο.

Υπάρχει, βέβαια, και ένα «εθνικό» επιχείρημα: Ο λιγνίτης είναι ένα εγχώριο και φτηνό ορυκτό και η εκμετάλλευσή του δεν εξαρτάται από τις διακυμάνσεις του πετρελαίου. Ποια χώρα δεν θα έκανε χρήση του εθνικού της πλούτου;

Το εκ πρώτης όψεως εύλογο ερώτημα είναι παραπλανητικό. Γιατί το πραγματικό ερώτημα είναι αν πρέπει να στραφούμε αποκλειστικά στον λιγνίτη και μάλιστα με τρόπους εκμετάλλευσης που κάθε άλλο παρά θα μειώνουν την επικινδυνότητά του.

Την ώρα που η Ε.Ε. αρχίζει σιγά σιγά να μειώνει την εξάρτησή της από τον άνθρακα, η Ελλάδα ακολουθεί αντίστροφη πορεία: Η παραγωγή λιγνίτη στη χώρα μας φτάνει τα 70 εκατ. τόνους τον χρόνο, σημειώνοντας αύξηση 35% την τελευταία δεκαπενταετία.

Η Ελλάδα είναι 2η (μετά τη Γερμανία) λιγνιτοπαραγωγός χώρα στην Ε.Ε. και 5η σ' όλο τον κόσμο.

Η απελευθέρωση της μόλυνσης

Στην πραγματικότητα αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή με την εκμετάλλευση του λιγνίτη στην Ελλάδα είναι ο επανεγκλωβισμός της εθνικής ενεργειακής στρατηγικής στο ρυπογόνο λιγνίτη. Το αποτέλεσμα είναι να βρίσκεται η χώρα μας με 26% στην πέμπτη θέση σε ποσοστό αύξησης ρύπων μεταξύ των χωρών που έχουν υπογράψει τη συμφωνία του Κιότο.

Η ΔΕΗ καμαρώνει για τις περιβαλλοντικές της ευαισθησίες: Την 1η Ιουνίου 2006, βραβεύθηκε στο μουσείο Γαία του Ιδρύματος Γουλανδρή με το βραβείο Περιβαλλοντικής Ευαισθησίας Οικόπολις 2006. Και στις 9 Οκτωβρίου απονεμήθηκε «το Πιστοποιητικό Περιβαλλοντικής Διαχείρισης στον Ατμοηλεκτρικό Σταθμό Αγ. Δημητρίου Κοζάνης, που αποτελεί το μεγαλύτερο λιγνιτικό Σταθμό Ηλεκτροπαραγωγής της ΔΕΗ Α.Ε.».

Κρίμα που τα πράγματα δεν είναι τόσο ευχάριστα. Οι λιγνιτικοί σταθμοί της ΔΕΗ ευθύνονται για την έκλυση 43 εκατομμυρίων τόνων διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα κάθε χρόνο, δηλαδή ποσοστό 80% περίπου του συνόλου των εκπομπών από τον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής ή αντίστοιχα 40% των συνολικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα της χώρας!

Οσο για τον σταθμό του Αγίου Δημητρίου, μόλις πριν από λίγους μήνες κατείχε την πρώτη θέση στον καθόλου τιμητικό κατάλογο των «Τριάντα πιο βρόμικων» (Dirty thirty) ευρωπαϊκών σταθμών που συντάσσει το WWF. Στην τέταρτη θέση του καταλόγου βρισκόταν ο σταθμός της Καρδιάς.

Τα επίπεδα ορισμένων ρύπων στην ευρύτερη περιοχή της λεκάνης της Εορδαίας (όπου βρίσκεται το Λιγνιτικό Κέντρο Δυτικής Μακεδονίας) είναι εξαιρετικά υψηλά.

*Τα επικίνδυνα μικροσωματίδια στην περιοχή της Κοζάνης ξεπερνούν τα επίσημα όρια (η μέση ημερήσια τιμή δεν πρέπει να υπερβαίνει τα 50 μg/κ.μ.) σχεδόν κάθε στιγμή της ημέρας, ενώ η μέση ετήσια τιμή κυμαίνεται περί τα 70 μg/κ.μ., με όριο τα 40 μg/κ.μ.

*Τα μέσα ετήσια επίπεδα και στις γειτονικές πόλεις είναι επίσης υψηλά (Πτολεμαΐδα 86 μg/κ.μ., Φλώρινα 58 μg/κ.μ.).

Πρόσφατη μελέτη που έγινε σε 3.559 παιδιά ηλικίας 9-12 ετών στην περιφέρεια της Δ. Μακεδονίας, έδειξε, πέραν πάσης αμφιβολίας, τις βλαβερές συνέπειες της έκθεσης σε ρύπους που σχετίζονται με τους λιγνιτικούς σταθμούς. Οι υψηλότερες συχνότητες ρινίτιδας και βρογχίτιδας παρατηρήθηκαν στην Πτολεμαΐδα, στην Κοζάνη και στη Φλώρινα.

Απέναντι σ' αυτά τα δεδομένα, ο πολίτης της περιοχής είναι πραγματικά ανίσχυρος. Ακόμα και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί κλείνουν τα μάτια μπροστά στην εξόφθαλμη παραβίαση των σχετικών κοινοτικών οδηγιών. Χαρακτηριστική είναι η τύχη της αναφοράς που υπέβαλε το 2002 ο εκπρόσωπος της Οικολογικής Παρέμβασης Πτολεμαΐδας Νίκος Στεφανής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, διαμαρτυρόμενος για τη μη τήρηση μελετών περιβαλλοντικών επιπτώσεων κατά την εξόρυξη λιγνίτη από τη ΔΕΗ στα ορυχεία της περιοχής Εορδαίας.

Η επιτροπή αναφορών του Κοινοβουλίου απέρριψε το αίτημα ως αβάσιμο, κάνοντας χρήση ενός εγγράφου που είχε αποστείλει ως ενισχυτικό της άποψής του ο κ. Στεφανής, δηλαδή το επιβαρυντικό για τη ΔΕΗ πόρισμα μιας επιθεώρησης από υπηρεσίες της νομαρχίας Κοζάνης.

«Το κείμενο που διαβιβάστηκε από τον αναφέροντα δεν αποτελεί απόδειξη παραβίασης της κοινοτικής νομοθεσίας από την Ελληνική Δημοκρατία. Αντίθετα, προκύπτει ότι οι αρμόδιες εθνικές αρχές άσκησαν αποτελεσματικό έλεγχο στη λειτουργία του ορυχείου της Πτολεμαΐδας και κίνησαν τη διαδικασία των κυρώσεων που προβλέπονται από το εθνικό δίκαιο. Συνεπώς, δεν είναι δυνατό να κινηθεί διαδικασία επί παραβάσει κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας» (25/4/05).

Ακόμα και ο Συνήγορος του Πολίτη συνάντησε απόλυτη αδιαφορία όταν επιχείρησε να ελέγξει την υπόθεση. Το πόρισμά του, που εκδόθηκε τον Οκτώβριο του 2005, είναι διαφωτιστικό:

1. Επισημαίνει ότι «το πρόβλημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που προκαλείται από τις υπερβάσεις των ορίων εκπομπής των αιωρούμενων σωματιδίων από τον ΑΗΣ Αγ. Δημητρίου, το οποίο έχει εντοπιστεί ήδη από το έτος 1997, εξακολουθεί να υφίσταται έως σήμερα».

2. Διαπιστώνει ότι «η ισχύς των αποφάσεων έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, που αφορούν τη λειτουργία και των τριών εν θέματι ΑΗΣ, έχει λήξει από διετίας τουλάχιστον».

3. Αποκαλύπτει ότι «στο παρελθόν παρατηρήθηκε το φαινόμενο της επανειλημμένης τροποποίησης των εγκεκριμένων περιβαλλοντικών όρων ως προς το όριο εκπομπής αιωρούμενων σωματιδίων».

4. Παρατηρεί ότι οι σχετικές κοινοτικές οδηγίες καθυστερούν απελπιστικά να ενσωματωθούν στο ελληνικό δίκαιο και μάλιστα αυτό συμβαίνει με επιλεκτικό τρόπο, χωρίς δηλαδή κάποιες σημαντικές διατάξεις για την προστασία του περιβάλλοντος.

5. Σημειώνει, τέλος, ότι είναι απαράδεκτο να χορηγείται με νομοθετικές ρυθμίσεις ενιαία άδεια λειτουργίας σε διάφορες μονάδες, διότι έτσι παραβλέπεται η ιδιαιτερότητα καθεμιάς ως προς τις επιπτώσεις της.

Φυσικά από αυτό το εμπεριστατωμένο πόρισμα που υπέγραφε ο ίδιος ο Συνήγορος του Πολίτη, Γιώργος Β. Καμίνης, θα περίμενε κανείς κάποια ευαισθητοποίηση των δύο υπουργών στους οποίους απευθυνόταν (Σιούφας και Σουφλιάς).

Δυστυχώς, όπως μας πληροφορεί με νεότερο έγγραφό του, ο Συνήγορος του Πολίτη δεν έλαβε καμία απάντηση, «Αντίθετα, ενημερώθηκε από τον Τύπο ότι η ισχύς της προσωρινής άδειας των μονάδων της ΔΕΗ παρατάθηκε μέχρι την 31/12/08 με τροπολογία που εισήχθη σε πολυνομοσχέδιο». Συνέβη δηλαδή ακριβώς αυτό το οποίο κατέκρινε ο Συνήγορος.

Η ΔΕΗ απ' την πλευρά της έχει κάθε συμφέρον να αρνείται το πρόβλημα. Το κακό είναι ότι οι κρατικές υπηρεσίες είναι αδύναμες να ελέγξουν την κατάσταση. Η μόλυνση ελέγχεται από την ίδια τη ΔΕΗ με δικούς της σταθμούς μέτρησης. Η αξιοπιστία τους βέβαια είναι διάτρητη. Η πολιτεία επεμβαίνει μόνο όταν η μόλυνση γίνεται ορατή διά γυμνού οφθαλμού και ξεσηκώνονται οι κάτοικοι ορισμένων περιοχών. Αλλά, ακόμα και σ' αυτές τις περιπτώσεις, οι τοπικές αρχές δεν μπορούν να επιβάλλουν στις επιχειρήσεις εκμετάλλευσης του λιγνίτη κάτι περισσότερο από μικρά πρόστιμα με ανώτατο όριο τα 60.000 ευρώ.

Μέχρι σήμερα, στην περιοχή της Βεύης που μας απασχολεί, έχει επιβληθεί το 2002 το φοβερό πρόστιμο των 5.000 ευρώ (για εκτεταμένη αυτανάφλεξη του λιγνίτη που βρόμισε όλη την περιοχή), στο λιγνιτωρυχείο Αμυνταίου επιβλήθηκε το 2004 πρόστιμο 14.000 ευρώ για τον ίδιο λόγο, ενώ το 2005 επιβλήθηκε πρόστιμο 30.000 ευρώ στη ΔΕΗ, γιατί στον χώρο απόθεσης της τέφρας στη Μελίτη δεν φρόντιζαν να διαβρέχουν και να θάβουν το επικίνδυνο υλικό, με αποτέλεσμα να το διασκορπίζει ο αέρας στα γύρω χωριά.

Την περασμένη Τετάρτη ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ανακοίνωσε την πρόθεση της Ε.Ε. να λάβει επιπλέον μέτρα για τον περιορισμό των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Η Ελλάδα κινείται στον αντίποδα αυτής της πολιτικής, παρά το γεγονός ότι το χαρτοφυλάκιο του Περιβάλλοντος κατέχει ο έλληνας επίτροπος Σταύρος Δήμας.

Με τον φόβο ότι θα ληφθούν σκληρότερα μέτρα κατά της χρήσης των εξαιρετικά ρυπογόνων στερεών ορυκτών (όπως ο λιγνίτης) η ελληνική κυβέρνηση θέλει να επιταχύνει τον ρυθμό εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων σ' όλη την Ελλάδα. Αλλά η επιτάχυνση αυτή έχει ένα μόνο αποτέλεσμα: την επιδείνωση της ρύπανσης και την περιφρόνηση κάθε σοβαρού ενεργειακού σχεδιασμού.




Κοντόφθαλμη πολιτική, μακροχρόνιες επιπτώσεις

Του ΣΤΕΛΙΟΥ ΨΩΜΑ (*)

Η κοινή λογική είναι τόσο σπάνια όσο και η ευφυΐα, είπε κάποτε ο Οσκαρ Ουάιλντ. Η κοινή λογική επιτάσσει να αντιδρούμε όταν συμβαίνει κάτι κακό σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο. Μας καλεί να σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων όταν υπάρχει ένα πρόβλημα, και μάλιστα μείζον.

Εχουμε, λοιπόν, ένα πρόβλημα, και μάλιστα όσο πιο μεγάλο γίνεται. Ας μείνουμε μόνο στην ειδησεογραφία των ημερών. Το 2006 ήταν η 6η θερμότερη χρονιά που καταγράφηκε ποτέ. Το 2007 αναμένεται να είναι η θερμότερη χρονιά από τότε που κάνουμε συστηματικές μετρήσεις. Τεράστια κομμάτια πάγου αποκολλούνται από την Αρκτική. Οι αρκούδες δεν μπόρεσαν αυτό το χειμώνα να πέσουν εγκαίρως σε χειμερία νάρκη, ενώ όλα τα χειμερινά τουριστικά θέρετρα έμειναν χωρίς πελατεία ελλείψει χιονιού.

Αν υπάρχουν ακόμη ορισμένοι που θεωρούν ότι όλα αυτά είναι απλές συμπτώσεις και συγκυριακά φαινόμενα ας ανατρέξουν σε χιλιάδες αντίστοιχες ανισορροπίες του κλίματος τα τελευταία χρόνια. Οχι μόνο η αλλαγή του κλίματος είναι μια απτή πραγματικότητα αλλά η ένταση με την οποία αυτή άρχισε να εκφράζεται ξεπερνά και τις πιο δυσοίωνες και απαισιόδοξες προβλέψεις.

-Πώς αντιδρούμε λοιπόν σε όλα αυτά;

Με ρητορεία, φλυαρία, αδράνεια ή και... επιστροφή στο παρελθόν. Τι προκαλεί την αποσταθεροποίηση του κλίματος; Μα, πρωτίστως, η καύση των ορυκτών καυσίμων. Οι λιγνιτικοί σταθμοί της ΔΕΗ, για παράδειγμα, ευθύνονται για την έκλυση 43 εκατομμυρίων τόνων διοξειδίου του άνθρακα (CO2) στην ατμόσφαιρα κάθε χρόνο, δηλαδή ποσοστό 80% περίπου του συνόλου των εκπομπών από τον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής ή αντίστοιχα 40% των συνολικών εκπομπών CO2 της χώρας. Οι εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα αποσταθεροποιούν το κλίμα της Γης και γι' αυτό γίνεται, άλλωστε, προσπάθεια περιορισμού τους στο πλαίσιο του Πρωτοκόλλου του Κιότο, το οποίο περιφρονεί προκλητικά η χώρα μας.

-Τι κάνει η επίσημη ελληνική πολιτεία γι' αυτό;

Προκηρύσσει νέους διαγωνισμούς για περαιτέρω εκμετάλλευση των λιγνιτικών πεδίων, βάζοντας πλέον στο παιχνίδι, εκτός της ΔΕΗ, και άλλους επίδοξους μνηστήρες. Πολλοί μεγάλοι ενεργειακοί όμιλοι ορέγονται ήδη τη δημιουργία νέων λιγνιτικών σταθμών που θα τους διασφαλίσουν υψηλότερα κέρδη, μιας και η μη εσωτερίκευση του κοινωνικού και περιβαλλοντικού κόστους στην τιμή του λιγνίτη εγγυάται χαμηλά κόστη παραγωγής.

Το πρόβλημα δεν είναι, προφανώς, το ότι οι μνηστήρες είναι πολλοί και όχι ένας, η ΔΕΗ. Το ιδιοκτησιακό καθεστώς είναι αδιάφορο, την ώρα που ο λιγνίτης αποτελεί αυτή τη στιγμή τη μεγαλύτερη περιβαλλοντική απειλή, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τη χώρα μας.

Αυτή η στροφή στο παρελθόν θα ήταν ίσως δικαιολογημένη αν δεν είχαμε εναλλακτικές διεξόδους. Ευτυχώς, όμως, τέτοιες διέξοδοι υπάρχουν. Μια ενεργειακή πολιτική που σέβεται τον εαυτό της (αλλά και τις διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας) θα έκανε προτεραιότητα την εξοικονόμηση ενέργειας. Οχι στα λόγια, αλλά στην πράξη. Με θεσμικά μέτρα και κίνητρα για τους πολίτες. Μέτρα και κίνητρα που σήμερα απουσιάζουν. Θα έβαζε στην πρώτη γραμμή την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), αίροντας όλα τα γραφειοκρατικά εμπόδια και αγκυλώσεις που σήμερα αποτελούν τροχοπέδη.

Σε τελική ανάλυση, η ίδια η εθνική νομοθεσία προβλέπει κάλυψη των αναγκών σε ηλεκτρική ενέργεια από ΑΠΕ σε ποσοστό 20,1% ώς το 2010 και 29% ώς το 2020. Επιπλέον, οι καθαρές πηγές ενέργειας δημιουργούν περισσότερες θέσεις εργασίας από το λιγνίτη, τόσο ανά μονάδα εγκατεστημένης ισχύος όσο και ανά μονάδα ενέργειας. Η χώρα χρειάζεται επιτέλους ένα μακροχρόνιο ενεργειακό σχεδιασμό που δεν θα υποθηκεύει το μέλλον των επόμενων γενεών αλλά θα ανοίγει το δρόμο στην εποχή της καθαρής ενέργειας, στην εποχή της ηλιακής οικονομίας.

(*) Ο ΣΤΕΛΙΟΣ ΨΩΜΑΣ είναι περιβαλλοντολόγος και έχει συντάξει την πρόσφατη έκθεση της Greenpeace για το λιγνίτη στην Ελλάδα.




ΔΙΑΒΑΣΤΕ

Στέλιος Ψωμάς
«Το τέλος του λιγνίτη και το πέρασμα σε μια νέα ενεργειακή εποχή»

(Greenpeace, Οκτώβριος 2006)
Πρόσφατη έκθεση του ελληνικού γραφείου της Greenpeace. Ο αισιόδοξος τίτλος δεν επιβεβαιώνεται από την εμπεριστατωμένη έρευνα, που οδηγεί μάλλον στη δυσοίωνη πρόβλεψη ότι στην Ελλάδα επιστρέφουμε στην εποχή του λιγνίτη.
Η έκθεση είναι προσβάσιμη στο δικτυακό τόπο της περιβαλλοντικής οργάνωσης: www.greenpeace.gr

Sichletidis L., Tsiotsios Ι., Gavriilidis Α., Chloros D., Gioulekas D., Kottakis Ι., Pataka Α.
«The effects of environmental pollution on the respiratory system of children in Western Macedonia, Greece».

(Invest Allergol Clin Immunol 2005. Vol. 15-2)
Μια από τις λίγες επιδημιολογικές μελέτες για τις συνέπειες της ρύπανσης στο χώρο της Δυτικής Μακεδονίας επιβεβαιώνει την ευθύνη των ενεργειακών σταθμών και των λιγνιτωρυχείων της περιοχής στην πρόκληση αναπνευστικών και άλλων προβλημάτων στον παιδικό πληθυσμό.

Καβουρίδης Κ. Β., Χαλούλος Κ., Λεοντίδης Μ., Ρούμπος Χ.
«Η εκμετάλλευση του λιγνίτη στην Ελλάδα με οικονομικά και περιβαλλοντικά κριτήρια. Σημερινή κατάσταση και προοπτικές». (Διημερίδα «Λιγνίτης και Φυσικό Αέριο στην ηλεκτροπαραγωγή της χώρας», 9-10 Ιουνίου 2005, ΤΕΕ).
Η σκοπιά της ΔΕΗ για την επικέντρωση της ενεργειακής πολιτικής της χώρας στην εκμετάλλευση των λιγνιτικών κοιτασμάτων.



ΕΠΙΣΚΕΦΘΕΙΤΕ

http://career.teikoz.gr/oiko/index.htm
Η ιστοσελίδα της ιδιαίτερα δραστήριας Οικολογικής Κίνησης Κοζάνης φιλοξενείται στο Γραφείο Διασύνδεσης των ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας και περιλαμβάνει στοιχεία για το οικολογικό πρόβλημα όλων των νομών της περιφέρειας, με ειδική, φυσικά, αναφορά στις συνέπειες των λιγνιτωρυχείων και των ατμοηλεκτρικών σταθμών.

ΕΡΩΤΗΣΗ ΣΤΗ ΒΟΥΛΗ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΑ ΑΥΤΟ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ:

Είδες η ΔΕΗ κ. Σιούφα;

Πιστοποίηση αναξιοπιστίας

Ελευθεροτυπία, 14/1/2007

Πηγή: http://www.iospress.gr/ios2007/ios20070114.htm

Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να διαβάσει κανείς τα παραπάνω Links, αν και νομίζω ότι με τα ήδη στοιχεία καταλαβαίνει και ένας μέσος νους ότι με την παρούσα φάση όλοι είναι εγκλωβισμένοι και το πρόβλημα είναι καθαρά πολιτικό. Η Δ.Ε.Η. κάνει τη δουλειά της, η κυβέρνηση κερδίζει ψήφους και η κάτοικοι που εξακολουθούν να παραμένουν στην περιοχή, εθελοτυφλούν για μια σίγουρη δουλειά.

Όταν όμως ο λιγνίτης τελειώσει, θα μείνουν μόνο οι συνέπειες, μια διαλυμένη και άρρωστη κοινωνία με την τύχη της στημένης λεμονόκουπας… τα σκουπίδια.